H K.O. του ΣΥΡΙΖΑ για το μεταναστευτικό

Ομιλία του Προέδρου της Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ, κ. Αλέξη Τσίπρα

Η Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει την πρωτοβουλία κατάθεσης πρότασης νόμου για ένα –ίσως– από τα πιο σημαντικά ζητήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε και αντιμετωπίζουμε ήδη ως ελληνική κοινωνία. Για την ανάγκη, δηλαδή, ενός ριζικού αναπροσανατολισμού της μεταναστευτικής πολιτικής.

Το μεταναστευτικό είναι –θα έλεγε κανείς– μια βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας και όποιος νομίζει ότι μπορεί να το αντιμετωπίσει με φράκτες, με καταστολή και με μαζικές απελάσεις είναι βαθιά γελασμένος. Αυτές οι προτάσεις, αυτά τα μέτρα –κατά την εκτίμησή μας– είναι προτάσεις που αφορούν την εσωτερική επικοινωνιακή κατανάλωση και δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό, είναι βαθιά και μεγάλη υποκρισία όλων όσων κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν, όλων όσων νομίζουν ότι το ανακάλυψαν πριν δύο εβδομάδες όταν 300 μετανάστες απεργοί πείνας προσπάθησαν να διεκδικήσουν το αυτονόητο – το δικαίωμα σε μια ζωή με αξιοπρέπεια.

Βεβαίως, τώρα που οι 300 μετανάστες βρίσκονται παρατημένοι και δε διακινδυνεύεται –με την παρουσία τους στη Νομική– η δημόσια εικόνα τάξης δεν ασχολείται κανείς μʼ αυτούς. Όμως λύση δεν είναι να κρύβουμε τα προβλήματα κάτω απʼ το χαλί. Η κυβέρνηση έχει αναλάβει το τελευταίο διάστημα, έχει αποφασίσει, όπως είπα πιο πριν, για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης να επιδείξει μια σκληρή πυγμή. Όμως καμία δύναμη frontex και κανένας φράκτης δεν μπορεί να σταματήσει ένα φαινόμενο το οποίο έχει ως βάση την κρίση που επικρατεί στις χώρες από όπου αυτοί οι άνθρωποι φεύγουν. Και βεβαίως επειδή έχει απολέσει η κυβέρνηση κάθε δημοκρατικό και προοδευτικό ακροατήριο απευθύνεται μʼ αυτά τα αποσπασματικά και αναποτελεσματικά μέτρα στο συντηρητικότερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Ξεχνάνε, όμως, να μας πούνε ότι αν σήμερα η χώρα μας έχει γίνει χώρα υποδοχής και εγκλωβισμού χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων, αποθήκη ανθρώπινων ψυχών αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι ο Γ. Παπανδρέου, ως Υπουργός Εξωτερικών και ο Μ. Χρυσοχοΐδης ως Υπουργός Δημόσιας Τάξης συνυπέγραψαν το Δουβλίνο ΙΙ.

Επίσης ξεχνούν να μας πουν ότι αν σήμερα χιλιάδες άνθρωποι καθημερινά παίρνουν το δρόμο της προσφυγιάς είναι γιατί παντού και κυρίως στις χώρες τους, αιτία είναι η φτώχεια που επιβάλλει η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και η νεοφιλελεύθερη πολιτική. Αιτία είναι ότι στις χώρες τους έχουν επικρατήσει οι πόλεμοι, οι συγκρούσεις, δυστυχώς σε ορισμένες απʼ αυτές τις χώρες και με την παρουσία του ελληνικού στρατού.

Πριν το 2001 οι Αφγανοί μετανάστες στη χώρα μας μετριόντουσαν στα δάκτυλα των χεριών, ήταν ορισμένες δεκάδες. Σήμερα, μετά τον πόλεμο στο Αφγανιστάν είναι αρκετές χιλιάδες και αυτό είναι χαρακτηριστικό. Αν σήμερα στο κέντρο της Αθήνας, στην Πάτρα, στην Ηγουμενίτσα, σε αστικές περιοχές δηλαδή και σε λιμάνια εισόδου και εξόδου από τη χώρα βρίσκονται χιλιάδες άνθρωποι εγκλωβισμένοι και γκετοποιημένοι είναι γιατί εδώ και μια δεκαετία, τουλάχιστον εδώ και μια δεκαετία, δίνεται με το σταγονόμετρο πολιτικό άσυλο. Είναι γιατί η νομιμότητά τους εξαρτάται αποκλειστικά από την εργασία τους και από την ασφάλισή τους.

Και εδώ είναι ένα στοιχείο στο οποίο θέλουμε να παρέμβουμε. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat –επίσημα στοιχεία του κράτους– υπάρχουν σήμερα στη χώρα μας περίπου 800.000 μη κοινοτικοί, αλλοδαποί μετανάστες. Η πλειοψηφία τους βρίσκεται για πάρα πολλά χρόνια στη χώρα μας. Απʼ αυτούς τους 800.000 πάνω από 400.000, δηλαδή πάνω από τους μισούς είναι ανεπίσημοι, είναι χωρίς χαρτιά. Η επίσημη ρητορική της κυβέρνησης των άμεσων, ριζικών, δραστικών λύσεων, της μηδενικής ανοχής είναι μια ρητορική η οποία είναι αφενός απολύτως υποκριτική, αφετέρου απολύτως αναποτελεσματική. Δεν υπάρχει καμία κυβέρνηση η οποία θα μπορούσε να επιχειρήσει να απελάσει μαζικά πάνω από 400.000 ανθρώπους, χωρίς μάλιστα να έχει και τη νομική δυνατότητα να το κάνει. Να τους πάει πού όταν δεν υπάρχουν χώρες υποδοχής;

Αν λοιπόν όλη αυτή η φιλολογία περί μηδενικής ανοχής, περί απελάσεων, δραστικών λύσεων είναι, επαναλαμβάνω, για εσωτερική κατανάλωση. Η κυβέρνηση βεβαίως έχει εγκλωβιστεί σʼ αυτή την ακροδεξιά ρητορεία. Και το επικίνδυνο είναι ότι αυτή η ρητορεία μπορεί να οδηγήσει και σε επικίνδυνους δρόμους διατάραξης της κοινωνικής συνοχής σε μια κοινωνία η οποία –είτε θέλουμε είτε μη- δεν μπορεί παρά να είναι πολυ-πολιτισμική. Και τα αποτελέσματα τα είδαμε από την απόφαση του Δʼ Τμήματος του ΣτΕ. Μια απόφαση η οποία ελπίζουμε να μην επικυρωθεί και από την Ολομέλεια διότι πράγματι θα θέσει σοβαρούς κινδύνους για την κοινωνική συνοχή όταν και αυτά τα δειλά βήματα που έχουν γίνει, βήματα που από το νόμο που ψηφίστηκε από ένα χρόνο στη Βουλή θα αρθούν από το συνταγματικό δικαστήριο της χώρας.

Από τα τέλη του 2008 έως σήμερα έχουν χάσει τη δυνατότητα να ανανεώσουν την άδεια παραμονής τους πάνω από 150.000 μετανάστες και αυτό συμβαίνει εξαιτίας της κρίσης, εξαιτίας δηλ. του γεγονότος ότι η άδεια παραμονής συνδέεται με τον αριθμό των ενσήμων που είναι υποχρεωμένοι, σύμφωνα με το νόμο, να καταθέσουν προκειμένου να συμπληρώσουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την απόκτηση της άδειας παραμονής.

Ακριβώς λοιπόν εκεί έγκειται και η δική μας πρόταση νόμου. Εμείς ζητάμε να υπάρξει αποδέσμευση της άδειας παραμονής από τον αριθμό των ενσήμων, ιδίως όταν σε μια περίοδο κρίσης η δυνατότητα ενσήμων γίνεται εξαιρετικά δύσκολη για τους Έλληνες πολίτες, για όλους εμάς που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας, μιας ανεργίας που παίρνει διαστάσεις πρωτοφανείς. Η δική μας λοιπόν, νομοθετική πρωτοβουλία προσπαθεί να δώσει μια προσωρινή λύση και ανακούφιση τόσο για τους χιλιάδες μετανάστες, όσο όμως και για τους Έλληνες. Οποιαδήποτε άλλη επιλογή είτε είναι η καταστολή, είτε είναι ακόμη πιο συντηρητικές επιλογές, είτε είναι η ανακάλυψη ενός ακόμα εσωτερικού εχθρού, κατά την εκτίμησή μας θα είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Θα επωάζει βεβαίως πολλά αυγά του φιδιού θα είναι ικανή να δημιουργήσει ευήκοα ώτα σε συντηρητικά ακροατήρια, δεν θα δώσει όμως καμιά αποτελεσματική λύση σε ένα πολύ σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα.

Η πρόταση νόμου που καταθέτουμε λοιπόν επικεντρώνεται σε τέσσερις εξειδικευμένες προτάσεις, αφορά πρώτον, τη δυνατότητα παροχής άδειας διαμονής πενταετούς ισχύος σε όσους με οποιονδήποτε τρόπο εντάχθηκαν σε μια από τις διαδικασίες νομιμοποίησης από το 1997 και μετά και απέκτησαν άδεια διαμονής, την οποία όμως απώλεσαν στη συνέχεια, λόγω αδυναμίας πλήρωσης των προϋποθέσεων του νόμου.

Δεύτερον, στην παροχή άδειας διαμονής πενταετούς ισχύος σε όσους μετανάστες μπορούν να αποδείξουν με οποιονδήποτε έγκυρο τρόπο ότι βρίσκονται στην Ελλάδα πάνω από 5 χρόνια.

Τρίτον, την παροχή ισχύος άδειας σε όσους μπορούν να αποδείξουν με δημόσιο άλλο έγγραφο ότι διαμένουν στη χώρα μας τα τελευταία πέντε χρόνια. Για όσους διαμένουν λιγότερο από πέντε χρόνια, υπάρχει η πρόταση για παροχή προσωρινής άδειας διαμονής, ευκαιρίας δηλαδή -κάτι αντίστοιχο έγινε πρόσφατα στην Ιταλία με σημαντικά αποτελέσματα- δικαίωμα δηλαδή προσωρινής διαμονής ενός έτους με σκοπό την ανεύρεση εργασίας. Και αυτό για όσους βρίσκονται στη χώρα μας πριν από τις 30.12.10.

Βεβαίως επαναλαμβάνω, ότι αυτή η πρόταση, είναι πρόταση ανακούφισης, δεν λύνει συνολικά το πρόβλημα. Διότι για να λυθεί συνολικά το πρόβλημα χρειάζεται ένας ριζικός επαναπροσανατολισμός της μεταναστευτικής πολιτικής. Ένας πυλώνας είναι αυτό που καταθέτουμε σήμερα εμείς, ένας δεύτερος πυλώνας είναι η διεκδίκηση της αναθεώρησης της συνθήκης του Δουβλίνο ΙΙ, ένας τρίτος πυλώνας είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών εξέτασης των αιτήσεων χορήγησης ασύλου στους πρόσφυγες και ένας τέταρτος πυλώνας είναι μια συνολική πολιτική προστασίας αυτών των ανθρώπων όταν έρχονται στη χώρα μας, παροχής υπηρεσιών φιλοξενίας, στέγασης σίτισης και κυρίως απογκετοποίησης των περιοχών εκείνων στον αστικό ιστό που επιβαρύνονται από την παρουσία υπεράριθμων μεταναστών και πολλές φορές γίνονται και πεδία δράσης ομάδων που δεν έχουν άμεση σχέση μόνο με μετανάστες, ομάδων οργανωμένου εγκλήματος. Είναι μια πυραμίδα όμως αυτές οι ομάδες του οργανωμένου εγκλήματος στη βάση τους μπορεί να έχουν μετανάστες, ανθρώπους δηλαδή που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα και ψάχνουν να βρουν τον τρόπο της επιβίωσης, στην κορφή όμως ως επί το πλείστον θα δείτε Έλληνες.

Αυτοί είναι οι βασικοί άξονες της δικής μας πρότασης νόμου που θα καταθέσουμε το επόμενο διάστημα στη Βουλή και θα ζητήσουμε σε συνάντηση που θα επιχειρήσουμε το επόμενο διάστημα να έχουμε και με τον κ. Ραγκούση, να του καταθέσουμε αυτές τις απόψεις, θεωρώντας ότι αυτές μπορεί να είναι και κατευθύνσεις που αν γίνουν αποδεκτές στους βασικούς άξονες από την πλευρά της κυβέρνησης, μπορεί να αποτελέσει και μια -αν θέλετε- προοπτική εκτόνωσης μιας κρίσης που έχει δημιουργηθεί, σε μια θετική κατεύθυνση.

Βεβαίως αυτή τη στιγμή η απεργία πείνας των 287 μεταναστών βρίσκεται σε ένα οριακό σημείο, είναι στην 17η μέρα και οι άνθρωποι αυτοί, όπως είπα και πιο πριν, διεκδικούν το αυτονόητο, να αποκτήσουν σαν πολίτες και εργαζόμενοι για χρόνια στην Ελλάδα τα δικαιώματα που αντιστοιχούν σε όλους τους άλλους εργαζόμενους. Ίσως η ατυχία τους είναι ότι βρέθηκαν στην Αθήνα χωρίς να έχουν πάρει μαζί όλους τους εργοδότες που είχαν το προηγούμενο διάστημα, ήρθαν μόνοι τους, διότι πίσω απʼ αυτούς τους ανθρώπους κρύβονται δεκάδες εργοδότες για τον καθένα ξεχωριστά. Όταν μάζευαν τις ελιές, όταν καθάριζαν τα σπίτια, όταν οι γυναίκες κρατούσαν τους ασθενείς παππούδες και γιαγιάδες, ήταν καλοί αυτοί οι άνθρωποι. Τώρα ξαφνικά όταν βρέθηκαν στα πρωτοσέλιδα των ΜΜΕ να «πουλάνε τρόμο», γίνανε επικίνδυνοι για τη δημόσια τάξη. Τώρα πια είναι εγκαταλελειμμένοι και από τα ΜΜΕ και από τα πρωτοσέλιδα, είναι ανήμποροι, είναι ικέτες. Η Αριστερά όμως βρίσκεται δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους που διεκδικούν το δίκιο τους. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας, δεν λογαριάζουμε τη λογοκρισία που έχει επιβληθεί και την τηλεοπτική τρομοκρατία. Πιστεύουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν πρέπει να ξαναγίνουν αόρατοι για να τελειώσει η ιστορία. Είναι υπαρκτοί και ζητάμε λύση συνολική σε ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα.

Και είναι στο χέρι της κυβέρνησης να κάνει μια στροφή από τις εξαγγελίες των τελευταίων ημερών της επικοινωνιακής υστερίας, να κάνει αποδεκτό τον βασικό κορμό των προτάσεών μας και πιστεύουμε ότι με αυτό τον τρόπο θα υπάρξει τουλάχιστον σε πρώτη φάση μια εκτόνωση αυτής της κρίσης.

Ομιλία του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου της Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ, κ. Θοδωρή Δρίτσα


Θέλω να πω ότι αυτή η πρωτοβουλία δεν προκύπτει μόνο ως μια έκτακτη ή λόγω των συνθηκών ή λόγω της επικαιρότητας πρωτοβουλία. Η Κ.Ο. και ο ΣΥΡΙΖΑ συνολικότερα και διαχρονικά αντιμετωπίζουν το θέμα των μεταναστών ως ένα θέμα κοινωνικό, της ελληνικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής μέσα στην καθημερινότητα του συνόλου των προβλημάτων και της αλληλοσυσχέτισης που αυτά έχουν. Δεν έχουμε ένα «ειδικό τμήμα» γιʼ αυτό –δεν είναι τυχαίο άλλωστε– ότι από την Κ.Ο. όλοι παρίστανται σήμερα, έστω και για λίγο γιατί όλοι τους είναι φορτωμένοι ο Π. Λαφαζάνης, η Λ. Αμμανατίδου, η Η. Διώτη, ο Τ. Κουράκης, ο Μ. Κριτσωτάκης, και ο Δ. Παπαδημούλης. Η Η. Διώτη και ο Β. Μουλόπουλος είναι αυτή τη στιγμή σε άλλες δράσεις.

Δεν είναι τυχαίο ότι παρίσταται στο πάνελ ο Αποστόλης Καψάλης, σύντροφος και επιστήμονας που ασχολείται συστηματικά και πολλά χρόνια με αυτά τα θέματα, όπως και πολλοί άλλοι και ομάδες μελέτης, όπως επίσης δεν είναι τυχαίο που μέσα σʼ αυτή την αίθουσα βρίσκονται σύντροφοι που συμμετέχουν στα κινήματα. Όλη αυτή η επεξεργασία δεν προκύπτει μόνο από τις πολιτικές μας καθαρά δραστηριότητες αλλά και από την κοινωνική μας συμμετοχή. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας χώρος που διαθέτει πληθώρα στελεχών και ανθρώπων που κινητοποιούνται σε κοινωνικά κινήματα και σε κοινωνικές δράσεις και για τους μετανάστες και το μεταναστευτικό όπως και για όλα όσα συνδέονται με αυτά τα κινήματα. Ίσως, συμβολικά, θα έπρεπε απʼ αυτή την πλευρά να υπάρχει εκπροσώπηση στο πάνελ αλλά αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Συμβαίνει πάντως και γιʼ αυτό, και δεν τα λέω αυτά για να παρουσιάσω το ΣΥΡΙΖΑ αλλά τα λέω για να καταλάβουμε ότι τουλάχιστον από τη δική μας την πλευρά το μεταναστευτικό δεν είναι ένα ζήτημα που θέλουμε να το αποφύγουμε, να το εξορκίσουμε, να το διώξουμε. Είναι ένα κομμάτι της πολιτικής και της κοινωνικής μας ζωής. Και αυτό δεν είναι ιδεολογική επιλογή, είναι επιλογή ρεαλισμού. Έτσι έχουν τα πράγματα. Τον κόσμο τον παλεύεις και τα προβλήματα τα παλεύεις σε συνθήκες που δεν τα διαλέγεις εσύ.

Στην Ελλάδα έχει επιβληθεί μια ιδεολογική σκουριά –και όχι μόνο στην Ελλάδα– με τα φοβικά σύνδρομα λες και η παρουσία των μεταναστών στη χώρα μας να είναι ένα κακό όνειρο και κάποια στιγμή θα ξυπνήσουμε και δεν θα το έχουμε μπροστά μας. Λες και δεν είναι μια πραγματικότητα την οποία την ζούμε στη διπλανή πόρτα, μέσα μας, δίπλα μας, καθημερινά. Αυτό αν ήταν μόνο μια προσέγγιση των αντιδράσεων ή των πολιτικών δυνατοτήτων του κοινωνικού σώματος δεν θα ήταν ζήτημα και θα ανήκε στην κατηγορία των κοινωνιολόγων να το μελετήσουν. Είναι πολιτική επιλογή πολλών πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα και μάλιστα σιγά-σιγά διαμορφώνεται μπλοκ πολιτικών δυνάμεων με τέτοιου είδους αντιμετώπιση. Αυτό είναι επικίνδυνη αντίληψη. Όταν φύγεις από την πραγματικότητα, όταν φύγεις από τον ορθολογισμό, όταν φύγεις από την αξιολόγηση των πραγματικών δεδομένων δε θα κάνεις πολιτική, δε θα δώσεις λύση αλλά αντίθετα θα ενισχύσεις ό,τι πιο καταστροφικό μπορεί να παραχθεί για την κοινωνική συνοχή, ό,τι πιο δηλητηριώδες, ό,τι πιο απαξιωτικό της δυνατότητας συνεννόησης των διαφορετικών απόψεων, των διαφορετικών προσεγγίσεων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι τα οξύτατα προβλήματα γκετοποίησης, δημιουργίας συνθηκών εξαθλίωσης για ανθρώπους, για γειτονιές, για περιοχές ολόκληρες δεν οφείλονται στην παρουσία των μεταναστών, οφείλονται στις πολιτικές που ακολουθήθηκαν σε σχέση με την παρουσία αυτή. Αυτό είναι ένα δόγμα, είναι ένα αξίωμα αλλά είμαστε έτοιμοι να αναμετρηθούμε με λογικά επιχειρήματα απέναντι σʼ αυτό με οποιαδήποτε αντίθετη άποψη. Και δεν είμαστε διατεθειμένοι, με ψυχραιμία και με ορθολογισμό, να υποστείλουμε ακριβώς αυτήν την προσέγγιση.

Το ελληνικό κράτος είναι χρόνια τώρα παράνομο, υποκρίνεται τη νομιμότητα ενώ είναι παράνομο. Τώρα πια είναι και με τη βούλα. Δικαστικές αποφάσεις, ευρωπαϊκών δικαστηρίων, αποφάσεις οργανισμών έχουν καταδικάσει τη χώρα μας όχι μόνο μια φορά, πολλές φορές κατά συρροή και κατʼ εξακολούθηση. Και αυτά με συνέπειες, όχι μόνο οικονομικές κυρώσεις, πρόστιμα και όλα αυτά αλλά και με συνέπειες να μην εμπιστεύονται τη χώρα μας ευρωπαϊκά δικαστήρια και ευρωπαϊκοί οργανισμοί για να εφαρμόσουν ακόμη και αυτή τη συνθήκη «Δουβλίνο ΙΙ». Δεν επιστρέφουν μετανάστες που έφυγαν από τη χώρα μας, ενώ δεν είχαν αυτά τα χαρτιά και τα δικαιώματα και κανονικά αυτά τα κράτη έπρεπε να τους γυρίσουν πίσω σύμφωνα με το πλαίσιο αυτό, δεν τους επιστρέφουν ακριβώς επικαλούμενοι τις διεθνείς διατάξεις της σύμβασης της Ρώμης, της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου, τα συντάγματά τους, που λένε ότι πάνω απʼ όλα αυτά είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Δεν μπορούμε να τους επιστρέψουμε αυτούς στην Ελλάδα, να τους επαναπροωθήσουμε διότι στην Ελλάδα δεν τηρούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό, λοιπόν, δεν είναι μια πολιτική κριτική, το ό,τι το ελληνικό κράτος είναι κατά συρροή και κατʼ εξακολούθηση παράνομο επί σειρά ετών, είναι μια βεβαιωμένη δικαστική απόφαση, εμπλουτισμένη με πάρα πολλές τέτοιου είδους αποφάσεις, τελεσίδικη κιόλας.

Σʼ αυτό επάνω, λοιπόν, έχει κτιστεί ο καμβάς της μετατροπής της παρουσίας των μεταναστών σε πρόβλημα που γεννά αθλιότητα, που γεννά ρατσισμό, που γεννά κοινωνικές αδικίες, που γεννά αντιθέσεις, που δηλητηριάζει τελικά την πολιτική ζωή της χώρας και την κοινωνική. Ο ΣΥΡΙΖΑ δέχεται επιθέσεις και τις έχετε δει κατʼ επανάληψη. Δεν πρόκειται να μείνουμε αδιάφοροι γιʼ αυτές. Λαμβάνουμε πάρα πολύ σοβαρά υπόψη μας τι συμβαίνει σʼ αυτόν τον τόπο και σε τι πεδίο λειτουργούν οι πολιτικές μας και οι συνολικότερες πρωτοβουλίες μας αλλά δεν πρόκειται να πάψουμε να επικαλούμαστε αρχές, αξίες, ορθολογική σκέψη, στοιχεία και τεκμήρια για να θέσουμε τα ζητήματα.

Σʼ αυτό το πλαίσιο κινείται λοιπόν, προετοιμασμένη από παλιά και κάθε φορά έτοιμη να εκφραστεί η πρωτοβουλία της Κ.Ο.. Αισθανθήκαμε την ανάγκη να το κάνουμε, να επικαιροποιήσουμε, δηλαδή, δουλειές που γίνονται. Παρουσιάζουμε σήμερα τα βασικά στοιχεία αυτής της πρότασης νόμου που θα καταθέσουμε. Ξέρετε μια πρόταση νόμου δε συζητιέται άμεσα αλλά όμως πρέπει, με πολύ επίσημο τρόπο, όχι απλά και μόνο να εκθέσουμε τις πολιτικές προτάσεις για το ζήτημα αλλά και τις αναγκαίες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο για να λειτουργήσουν όλα αυτά. Επιλέξαμε αυτόν τον τρόπο παρουσίας, ακριβώς, για να υποδηλώσουμε ότι χρειάζονται πολλά να γίνουν στο πολιτικό, στο κοινωνικό πεδίο αλλά, επιτέλους, χρειάζεται ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο.

Με αυτά που είπα μπορούμε να δώσουμε και απάντηση στο «δε χωράτε». Τα είπε ο πρόεδρος, τα ξέρουν οι ίδιοι οι υπουργοί πάρα πολύ καλά ότι αυτές οι διακηρύξεις περί «μηδενικής ανοχής» νομικά, πρακτικά, ρεαλιστικά είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση και για το παιχνίδι των εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών ανάμεσα στις ακροδεξιές κορόνες του ΛΑ.Ο.Σ. και στις συντηρητικές μετατοπίσεις που επιχειρούνται. Δεν είναι διακηρύξεις με σοβαρότητα, με συνέπεια, δηλαδή, που πραγματικά μπορούν να υλοποιηθούν. Η συνολική μας κριτική και στάση ισχύει αλλά είναι πολύ ενδιαφέρον να εντοπίσουμε ακόμα και αυτό το ζήτημα.

Με αυτά τα δεδομένα θέλουμε να σας επισημάνουμε ότι αυτές οι προτάσεις που ήδη τις έχετε στο κείμενο που έχει διανεμηθεί και τις οποίες ακούσατε από τον πρόεδρο, τον Αλέξη Τσίπρα, αυτές οι προτάσεις δεν βγήκαν για τις ανάγκες της περιόδου τυχαία. Είναι προτάσεις που συνδέουν το νήμα όλης της διαδρομής και το πάνε στο μέλλον, είναι καίριας σημασίας προτάσεις και θα διεκδικήσουμε και με την κατάθεση της πρότασης νόμου αλλά και με τις παρεμβάσεις προς την κοινωνία και προς το συνδικαλιστικό κίνημα –τη ΓΣΕΕ γιατί έχουν μεγάλη σημασία όλα αυτά και για τους Έλληνες εργαζόμενους– και προς κάθε φορέα αλλά και προς τα πολιτικά κόμματα και την πολιτική ζωή στην Ελλάδα, θα διεκδικήσουμε να τεθούν στην ιεραρχημένη και δημόσια συζήτηση που τους αναλογεί. Δεν μπορεί η συζήτηση αυτή να γίνεται με τις σκοπιμότητες, τις κρυψίνοιες που επιλέγουν τα υπουργεία, να διακηρύσσουν δηλαδή αυτά που περιέγραψα πριν και την ίδια στιγμή να αναζητούν αγωνιωδώς λύσεις διεξόδου. Δεν χρειάζεται να αναφέρω ξανά τις προτάσεις μας. Εκείνο που θα δείτε πάντως είναι ότι στη γενική κατεύθυνση αναγνώρισης πραγματικών δικαιωμάτων, επίλυσης όχι μόνο δικαιωμάτων ανθρώπων αλλά επίλυσης προβλήματος οικονομικού, αναπτυξιακού, κοινωνικής δικαιοσύνης, κοινωνικής συνοχής για όλη την κοινωνία είναι διαβαθμισμένες όλες και η μια συμπληρώνει την άλλη και όλες μαζί συγκλίνουν προς αυτόν το γενικό στόχο, όχι θεωρητικά, αλλά πρακτικά μέσα απʼ αυτήν την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε σήμερα.

Οι άνθρωποι που έχουν χάσει το δικαίωμα διαμονής τους, ενώ το είχαν, είναι πάρα πολλοί, οι άνθρωποι που ζουν στην Ελλάδα «παράνομα» πέντε, δέκα, δεκαπέντε χρόνια είναι πάρα πολλοί και όλοι αυτοί εργάζονται, συνεισφέρουν, έχουν παρουσία και έχουν ταυτόχρονα και την επισφαλή θέση τους, οι άνθρωποι που βρίσκονται λιγότερα χρόνια αλλά δεν έχουν τρόπο επιστροφής είναι επίσης πολλοί. Όλα αυτά ποτέ το ελληνικό κράτος δεν τα έχει βάλει στην ορθολογική τους αντιμετώπιση. Μια ακόμη φορά, θέλω να το πω, ο ΣΥΡΙΖΑ θα τολμήσει να κάνει όχι κάτι πρωτοπόρο. Θα τολμήσει να κάνει κάτι που είναι συμβατό και σύμφωνο με τις πραγματικότητες που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Αυτό είναι, νομίζω το πιο μεγάλο όπλο μας και για αυτό θέλουμε και εσάς να δώσετε στην πρότασή μας αυτή τα χαρακτηριστικά τα οποία σας παρουσιάζουμε σήμερα, τα χαρακτηριστικά δηλαδή της ρεαλιστικής και ταυτόχρονα κοινωνικά και επιστημονικά ισορροπημένης παρέμβασης για να δώσουμε πραγματικές λύσεις. Δημοκρατικές λύσεις. Αυτή είναι η στόχευση αλλά αυτή είναι και η δυνατότητα. Οι κυβερνητικές λύσεις και πολύ περισσότερο αυτές που προέρχονται από άλλες πλευρές είναι όχι μόνο ατελέσφορες, είναι επικίνδυνες, δημιουργούν αναπαραγωγή των νοσηρών καθεστώτων, νησίδων εξαθλίωσης στην ελληνική επικράτεια, γεννούν δυναμιτισμένα πεδία, γεννούν ναρκοπέδια. Σας ευχαριστώ και πάλι.

To Γραφείο Τύπου