Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Ανακοίνωση του Τμήματος Οικονομικής Πολιτικής για την Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για το 2010



Η Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για το 2010 αποδεικνύει για μία ακόμα φορά ότι με τη δήθεν «ανεξαρτησία» της κεντρικής τράπεζας της χώρας εννοείται η πλήρης αδιαφορία της για τις κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης στους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και τη νεολαία, την ίδια στιγμή που είναι πλήρως εξαρτημένη από τις ανάγκες της εργοδοσίας και ιδιαίτερα των τραπεζών.

Ο κ. Προβόπουλος με το νεοφιλελεύθερο μανιφέστο του προτείνει όχι μόνο τη συνέχιση αλλά και την εντατικοποίηση των πολιτικών που έχουν οδηγήσει στην εκτίναξη της ανεργίας, τη φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας και την αποστέρηση της οποιασδήποτε ελπίδας σε μια ολόκληρη γενιά.

Πιο συγκεκριμένα:

Ο Διοικητής της ΤτΕ πανηγυρίζει για τη βελτίωση της “ανταγωνιστικότητας” της ελληνικής οικονομίας ξεχνώντας ότι αυτή οφείλεται σε δύο λόγους: Πρώτον, στη μείωση των εισαγωγών, λόγω της κατακόρυφης μείωσης των εισοδημάτων των καταναλωτών και, δεύτερον, στο γεγονός ότι αφού η εσωτερική αγορά δεν μπορεί πλέον να απορροφήσει την εγχώρια παραγωγή, οι επιχειρήσεις αναγκαστικά στρέφονται στις αγορές άλλων χωρών.

Όμως, η μείωση των εισαγωγών και η αύξηση των εξαγωγών έχουν ως κοινή συνισταμένη τη μείωση των μισθών και την τεράστια επιδείνωση της εισοδηματικής θέσης των εργαζομένων, και κάποιος πρέπει να ενημερώσει τον κ. Προβόπουλο ότι κάτι τέτοιο δεν ενδείκνυται για πανηγυρισμούς.

Επίσης, συμβουλεύει για την ανάγκη περαιτέρω μείωσης του κόστους εργασίας για τη βελτίωση της “ανταγωνιστικότητας” της ελληνικής οικονομίας. Εδώ, ο κ. Προβόπουλος για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της εργοδοσίας ξεχνάει ότι το κόστος εργασίας στην Ελλάδα είναι από τα μικρότερα στην Ευρωζώνη, ενώ την ίδια στιγμή οι πιο ανταγωνιστικές χώρες είναι αυτές με τα υψηλότερα κόστη εργασίας.

Επομένως, δεν είναι το κόστος εργασίας αυτό που επιδεινώνει την “ανταγωνιστικότητα”, αλλά άλλοι παράγοντες όπως τα υψηλά περιθώρια κέρδους και η έλλειψη ενός παραγωγικού μοντέλου με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας.

Σχετικά με τη δημοσιονομική “εξυγίανση” της οικονομίας, ο Διοικητής της ΤτΕ αναφέρεται στην ανάγκη περιορισμού των δημόσιων δαπανών και την μείωση της φορολογίας. Και πάλι ο κ. Προβόπουλος φαίνεται να ξεχνά πως οι δημόσιες δαπάνες διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα εξαιτίας των τεράστιων ποσών που συνεχίζουν να δαπανώνται για αμυντικούς εξοπλισμούς, τις μίζες και λόγω των χαριστικών συμβάσεων που συνάπτει το ελληνικό Δημόσιο με μεγαλοεπιχειρηματίες (ενδεικτικά αναφέρουμε της περίπτωση του Προαστιακού και του εθνικού οδικού δικτύου). Και όλα αυτά ενώ τα νοσοκομεία κλείνουν, η εκπαίδευση συρρικνώνεται και η τοπική αυτοδιοίκηση εξαφανίζεται από τον χάρτη λόγω των πολιτικών της Κυβέρνησης που επικροτεί ο κ. Προβόπουλος! Την ίδια στιγμή, η φορολογία των επιχειρήσεων μειώνεται ακόμα περισσότερο, ενώ για μια σειρά από επιχειρηματίες (π.χ. εφοπλιστές) η Ελλάδα μετατρέπεται σε φορολογικό παράδεισο, για τον οποίο καλούνται να πληρώσουν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι αυτοαπασχολούμενοι.

Ο κ. Προβόπουλος, ως άλλος μεσάζοντας του εθνικού και ξένου κεφαλαίου, τονίζει ότι η εκποίηση των ΔΕΚΟ και της δημόσιας περιουσίας πρέπει να γίνει χωρίς δισταγμό. Ζητάει δηλαδή να παραχωρηθούν όλες οι απαραίτητες υποδομές και οι κερδοφόρες δραστηριότητες του δημοσίου στις ορέξεις των ιδιωτών, αδιαφορώντας για τα έσοδα που αποφέρουν στο δημόσιο και για την αποστέρηση της εθνικής οικονομίας από οποιαδήποτε εργαλεία αναπτυξιακής πολιτικής.

Την ίδια στιγμή, ο «ανεξάρτητος» τραπεζίτης δεν ξεχνά την εξάρτησή του από το τραπεζικό κεφάλαιο και ζητά επιπλέον 30 δις κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες για να αυξηθεί η ρευστότητα προς την αγορά. Από το 2007, το ελληνικό Δημόσιο έχει δαπανήσει τόσα χρήματα-είτε με την μορφή αγοράς μετοχών είτε εγγυήσεων-για να βελτιώσει τις συνθήκες ρευστότητας, που θα μπορούσε να εξαγοράσει όλο τον τραπεζικό τομέα. Και πάλι η ρευστότητα δεν έχει βελτιωθεί ούτε στο ελάχιστο.

Οι πολιτικές που προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος, όχι μόνο δεν θα βγάλουν την χώρα από την κρίση, αλλά θα τη βυθίσουν ακόμα περισσότερο σε αυτήν. Σε αυτό το πλαίσιο, τις επιπτώσεις της κρίσης θα τις πληρώσουν-όπως άλλωστε γίνεται ως τώρα- τα μεσαία και χαμηλά στρώματα, ενώ κάποιοι λίγοι όχι μόνο δεν θα επιβαρυνθούν αλλά θα κερδίσουν.

Οι προτάσεις του ΣΥΝ για τη δημιουργία ενός ισχυρού δημόσιου τραπεζικού πυλώνα με σταδιακή κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, για φορολογική μεταρρύθμιση που να κατανέμει δίκαια τα βάρη, για την αναγκαιότητα αναπτυξιακής πολιτικής μέσα από έναν ισχυρό και λειτουργικό δημόσιο τομέα είναι πιο επίκαιρες και ρεαλιστικές από ποτέ.

Τμήμα Οικονομικής Πολιτικής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου